ΑΛΛΑΓΗ EMAIL

Οι φίλοι αναγνώστες μπορεί να στέλνουν τα μηνύματά τους στο εμέηλ gmosxos1@hotmail.com στο οποίο θα προτιμούσε ο διαχειριστής να τα λαμβάνει. Παράλληλα άνοιξε και ισχύει πάλι το εμέηλ gmosxos23.6.1946@gmail.com το οποίο μπορείτε να χρησιμοποιείτε σε περίπτωση που αδυνατείτε να κάνετε χρήση του hotmail.com
ΤΗΛ. ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 6938.315.657 & 2610.273.901

Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2017

Πάρτο Αλλιώς




Του ΝΤΙΝΟΥ ΒΓΕΝΟΠΟΥΛΟΥ
Από το βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου:  
"Πως φτάσαμε στη νύχτα της μεγάλης σφαγής»




«Το Πολυτεχνείο ζει».
Ετούτος ο Νοέμβρης θα μείνει καρφωμένος
μέσα στο χρόνο, με τις ατέλειωτες του νύχτες,
με το βοριά στα στηλωμένα μάτια μας,
με τους τριγμούς κλαριών ή πατημάτων,
κρωγμούς ή συνθηματικές κραυγές συνωμοτών.
                                  (Λεία Χατζοπούλου-Καραβία
Aν παρατηρήσεις τα πρόσωπα γύρω σου θα διακρίνεις φόβο, θυμό, ενοχές και κάποια αγανάκτηση. Τα πόδια τρέχουν, τα χείλη μιλούν, τα μάτια αγναντεύουν, όλα βιάζονται να προλάβουν. Οι άνθρωποι απλά επιβιώνουν. Στις 17 Νοεμβρίου ο χρόνος παγώνει. Κάνοντας παύση από το βαρύ πρόγραμμα της καθημερινής ρουτίνας σήμερα θα πούμε και πάλι «Το Πολυτεχνείο ζει». Κι έπειτα οι μέρες θα κυλήσουν και το θρυλικό Πολυτεχνείο θα πάψει πια να είναι επίκαιρο. Κι εμείς, όπως κάθε χρόνο, θα ακολουθήσουμε και πάλι τα μονοπάτια τα πεπατημένα, τα γνώριμα μέχρι να έρθει η επόμενη χρονιά και το Πολυτεχνείο να ξαναζήσει.
Οι εκδηλώσεις μνήμης του Πολυτεχνείου κάθε χρόνο δίνουν τροφή για σκέψη. Σκέψη για όσα τότε ακούστηκαν για πρώτη φορά, για όσα σήμερα επανέρχονται, για εκείνα που άλλαξαν και μας γέμισαν περηφάνια, για όσα έμειναν ίδια. Οι φοιτητές το 1973 με αφετηρία τη Νομική, ξεχύνονται στους δρόμους και καταλαμβάνουν το Πολυτεχνείο. Βάζουν στόχο την αλλαγή, την ανατροπή της αυθαιρεσίας της εξουσίας.
Στο Συντονιστικό της κατάληψης μετέχουν γνωστές προσωπικότητες της δημόσιας ζωής. Από την ταράτσα του κτιρίου καλούν το λαό της Αθήνας να συμπαρασταθεί στον αγώνα τους για δημοκρατικές ελευθερίες και απαγγέλλουν τον όρκο: «Εμείς οι φοιτηταί των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων ορκιζόμαστε στ' όνομα της ελευθερίας να αγωνισθούμε μέχρι τέλους για την κατοχύρωση: α) των ακαδημαϊκών ελευθεριών, β) του πανεπιστημιακού ασύλου, γ) της ανακλήσεως όλων των καταπιεστικών νόμων και διαταγμάτων».
Ξεχυθήκαμε στους δρόμους και πάλι.
Κουρέλια ακόμα η φωνή μας
Δεν μπορούσε τίποτα να πει ...
Οι δολοφόνοι πλένουν τα χέρια τους
Στους νεροχύτες ...
Σκουπίζονται απ' τα σχισμένα
Πουκάμισα.
Κατουράνε το αίμα μας
Με χοντρές μάνικες 
Για να ξεπλυθούνε τα πεζοδρόμια
Να πάει ο κόσμος 
Ήσυχα στη δουλειά του το πρωί
Μην αγριέψει το μάτι του.
Μη θυμηθεί το μεσημέρι 
Το σκοτωμένο πρωινό 
Και ανταριέψει ...
Τα υπόλοιπα είναι για το τραγούδι
Μένει μονάχα να θυμόμαστε
Ξανά και ξανά
Στα μνημόσυνα και στις επετείους
Πως το κρατούμενο
Δεν είναι ένα ...
Μαζεύτηκαν πολλά
Θα χάσουμε το λογαριασμό
Κι είναι που μας χρωστάνε
Ανεξόφλητη επιταγή το αίμα μας.
                                    Δημήτρης Παπαχρήστος
Το τανκ δίνει από τηλεβόα δέκα λεπτά καιρό στους στασιαστές να παραδοθούν. Σπουδαστές τρέχουν κατά μέσα να αναφέρουν στη συντονιστική επιτροπή του αγώνα. Πριν φτάσουν στο βάθος ο αξιωματικός των επιχειρήσεων δίνει εντολή στον οδηγό του τανκ να προχωρήσει. Ο φαντάρος ανοίγει τα χέρια του, προς τους σπουδαστές, που μένουν σκαρφαλωμένοι στα κάγκελα της πόρτας, για να καταλάβουν πως πρέπει να παραμερίσουν, γιατί πήρε διαταγή να προχωρήσει.
Τα "παιδιά" μένουν στις θέσεις τους προκαλώντας: "Χτυπάτε αδέλφια: Εμπρός!" Στο εξώστη αγόρια και κορίτσια τραγουδούν με φωνές σκληρές τον Εθνικό Ύμνο. Ο αξιωματικός του τανκ επαναλαμβάνει τη διαταγή και το τανκ ορμά γκρεμίζοντας την είσοδο, μαζί με το τελευταίο παλικάρι που αρνήθηκε ή δεν πρόλαβε να πηδήξει. Προχωρεί, συνθλίβει την μπλε Μερσεντές του Πρύτανη, που πίσω της είναι οχυρωμένα άλλα παιδιά, ισοπεδώνει και το επόμενο αμάξι και σταματά.
Πυροβολισμοί και πυροβολισμοί καταπίνουν τη λιπόθυμη στροφή, "και σαν πρώτα αντρειωμένοι ...".Ένας βουβός πανικός σπρώχνει τις πυκνές μάζες των εγκλείστων προς τους πίσω χώρους του Πολυτεχνείου. Ξέρουν καλά τι τους περιμένει. Όλοι οι σπουδαστές που βρίσκονται δω έχουν ζήσει την εμπειρία της κατάληψης της Νομικής Σχολής πριν λίγους μήνες. Πολλοί απ' αυτούς έχουν χάσει τα δόντια τους από τα χτυπήματα κι άλλοι έχουν σημάδια από σκισίματα που τους έκαναν τα  δερμάτινα μαστίγια των αστυνομικών, με το βαρίδι στην άκρη. Ούτε μια φωνή, ούτε ήχος από τ' άρβυλα των λοκατζήδων που τρέχουν κυνηγώντας τα παιδιά και τα βγάζουν σαν τους λαγούς τα κυνηγόσκυλα, από τις γωνίες που καταφεύγουν.
Το βουβό τρέξιμο ξαναρχίζει. Όγκοι συσπειρωμένοι, πενήντα, εκατό, κολλημένοι ο ένας με τον άλλο, προσπαθούν να φτάσουν στην έξοδο της Στουρνάρας διασχίζοντας τις στοές, αλαλιασμένοι, να ξεφύγουν από τους λοκατζήδες. Αλλά φτάνουν στις πίσω θύρες, βλέπουν να ορμούν κατά πάνω τους καινούργιες μάζες λοκατζήδων. Τα παιδιά κάνουν απότομη στροφή για να γλιτώσουν. Οι λοκατζήδες όμως ορμούν τους προσπερνούν, τους κυκλώνουν κι αρχίζουν να τους σπρώχνουν προς τις εξόδους, ψιθυρίζοντας, "έξω, έξω τρελοί, προχωρείτε, έξω γρήγορα, να σας σώσουμε θέλουμε". Τα παιδιά βουβά, αμήχανα, προχωρούν σαν αυτόματα όπου τα κατευθύνουν. Μόλις οι λοκατζήδες τους βγάζουν έξω τους από τις πόρτες τους εγκαταλείπουν. Οι όγκοι, πάντα βουβοί και συσπειρωμένοι, τολμούν τα πρώτα βήματα μες στο σκοτάδι. Οι αστυνομικοί τότε από τις γωνιές που είναι κρυμμένοι και πέφτουν απάνω τους με ρόπαλα.
Το μίσος τους, η ήττα τους, η λύσσα τους για τα παιδιά που τόλμησαν και τους πετροβόλησαν και τους εξευτέλισαν, διώχνοντας τους από τα οδοφράγματά τους, όλοι τούτοι οι λογαριασμοί, θα εξοφληθούν, τώρα, μέσα στην ανεξέλεγκτη νύχτα. Τα παιδιά γίνονται μια αδιαχώριστη μάζα, που δέχεται χτυπήματα και τρέχει , βουβή, αβοήθητη, τρέχει εμποδίζοντας ταυτόχρονα τη φυγή της.Ο φόβος κολλά τον έναν απάνω στον άλλο, καθώς σε κάθε στιγμή, σε κάθε γωνιά περιμένουν καινούργια ενέδρα και επίθεση. Γιατί οι πρώτοι αστυνομικοί τους εγκαταλείπουν, μόλις καινούριες μάζες παιδιών ξεμπουκάρουν από το Πολυτεχνείο.
Θέλουν να προλάβουν να τους χτυπήσουν όλους. Κανείς δεν πρέπει να γλιτώσει από τη λύσσα τους. Οι πολυκατοικίες αναστατώνονται από τα κουδούνια που αρχίζουν να χτυπούν παρατεταμένα, όλα μαζί. Είναι τα παιδιά που ζητούν άσυλο, τρέμοντας την αγριάδα της νύχτας. Αλλά ο κόσμος που κατοικεί πίσω από το Πολυτεχνείο δεν έχει δει την εισβολή. Δεν ξέρει την πτώση. Από μια στιγμή κι έπειτα μαζί με τον πομπό της "Ελευθερίας" και το σπάσιμο του Ύμνου, μόνο η σιωπή απλώνεται.
Κι έπειτα από λίγο ένας ψίθυρος φρικτός, εφιαλτικός, ανυπόφορος, που δε μοιάζει με τίποτα, ανυπόφορος λες κι ο λαός ξεψυχά. Είναι ο θόρυβος από τα παιδιά που τρελά από το φόβο τραβούν τα πόδια τους στους άδειους δρόμους, αμίλητα. Κανείς δεν ξέρει τι γίνεται και ποιος μπορεί να χτυπά την πόρτα του. Εχθρικοί και γεμάτοι μίσος, οι κάτοικοι των πολυκατοικιών, υποψιάζονται πως είναι η αστυνομία, που θέλει ν' ανέβει στις ταράτσες, για να χτυπά από κει, όπως είχε γίνει ήδη, από άλλες ταράτσες της περιοχής.Κανείς δεν ανοίγει στην αρχή. Τρομαγμένοι από τα κουδούνια ου δεν λένε να σταματήσουν, καταφεύγουν πάλι στα ραδιόφωνα. Ένας άλλος σταθμός που λειτουργεί κάπου στην Κολιάτσου, ή την Αμερικής, στέλνει απεγνωσμένες εκκλήσεις στον πομπό του Πολυτεχνείου. Με συγκινητική αφέλεια απορεί για την διακοπή και φαντάζεται πως πρόκειται για κάποια βλάβη. Μέσα στους χώρους του Πολυτεχνείου το μακελειό είναι απερίγραπτο. Αξιωματικοί του στρατού και αστυνομικοί συμπλέκονται, παίρνοντας ο ένας από του άλλου τα χέρια αγόρια ή κορίτσια χτυπώντας τα με μανία.
Τα παρατούν αναίσθητα στη γη. Άλλοι περνώντας, σταματούν το τρέξιμό τους και πηδούν απάνω στ' άψυχα κορμιά που, πεσμένα κάτω δεν αντιδρούν. Μια ομάδα λοκατζήδων ορμά με τις λόγχες προτεταμένες στον πέμπτο όροφο που βρίσκεται το πρόχειρο νοσοκομείο. Οι τραυματίες κείτονται απάνω στα τραπέζια που χρησιμεύουν για κρεβάτια.
Η πρώτη ξιφολόγχη κόβει περνώντας τον λαστιχένιο σωλήνα που συνδέει τον ασκό του οξυγόνου με έναν βαριά τραυματισμένο. Ένας άλλος ξεκρεμά και πετά κατά γης τη φιάλη απ' όπου μεταγγίζεται το αίμα σε ετοιμοθάνατο. Μια κοπέλα, που κάνει χρέη νοσοκόμου, ορμά απάνω του, παρακαλώντας.
Ο λοκατζής πιάνει το παντελόνι της και το σκίζει στα δύο, από την πίσω ραφή, αφήνοντας την γυμνή στη μέση της αίθουσας. Όλες τις κοπέλες που βοηθούν τους γιατρούς ή που καταφύγανε εκεί, την ώρα της εισβολής, επαναλαμβάνεται το ίδιο. Τα μπλουτζήν κουρελιάζονται, σκισμένα με τις ξιφολόγχες.
Έτσι, τυλιγμένες οι περισσότερες με ματωμένα σεντόνια ή κουβέρτες, συλλαμβάνονται και φορτώνονται στα καμιόνια. Οι περίοικοι, κρυμμένοι πίσω από τις κατεβασμένες γρίλιες τους, με τα φώτα των σπιτιών τους σβηστά, παρακολουθούν τους δρόμους.
Βλέπουν τις ομάδες των φοιτητών να γλιστρούν στα σκοτάδια. Και όταν φτάνουν στο σημείο της ενέδρας αντιλαμβάνονται όλοι το ίδιο: Από τη μάζα των σπουδαστών, ξεχωρίζουν μερικοί και σμίγουν με τους αστυνομικούς και πέφτουν μαζί τους, πάνω στους κυνηγημένους. Όλοι αυτοί φορούν κόκκινα πουλόβερ ή πουκάμισα. Σύμπτωση;
Μερικοί είσοδοι πολυκατοικιών ανοίγουν επιτέλους. Όχι όμως και διαμερίσματα. Ο τρόμος έχει καλύψει τα πάντα. Από κάθε πολυκατοικία είναι ζήτημα αν άνοιγε ένα διαμέρισμα την πόρτα του. Πολλοί φιλοξένησαν, σε μικρούς χώρους πενήντα και εκατό παιδιά. Άλλα, που δεν έχουν αυτή την τύχη, χώνονται στα κοιλώματα των εισόδων ή σε σκάλες, παλιών υπογείων.
Οι Περίοικοι του Πολυτεχνείου εγκλωβισμένοι, όπως κι όλη η Αθήνα τώρα, ζουν την παγωνιά αυτής της μονοκόμματης, άσπλαχνης σιωπής. Που κράτησε ως τη στιγμή που και ο πιο ασήμαντος χώρος του Πολυτεχνείου έχει ελεγχθεί και εκκενωθεί. Όλες οι κλειδωμένες πόρτες έχουν σπάσει, γκρεμισμένες από τους εισβολείς.
Σύμφωνα με τις διαταγές, έπρεπε, φαίνεται, να καταστραφούν τα πάντα για να ενοχοποιήσουν την επομένη τους σπουδαστές. Τότε μόνο, όταν, στρατός και αστυνομία, τελείωσαν τους βανδαλισμούς, ακούστηκε μια σκυλίσια φωνή που καλούσε σε ανασύνταξη. Οι δυνάμεις εισβολής άρχισαν να συντάσσονται επί της Πατησίων. Απέναντι στη γκρεμισμένη είσοδο του Πολυτεχνείου παρατάχθηκαν οι λοκατζήδες. Πίσω τους οι αστυνομικοί, σα θεατές.
Ξάφνου, η ανεξήγητη σιωπή κομματιάστηκε, από τις άγριες πολεμόχαρες φωνές που τραγουδούσαν:
Είμαστε παλληκάρια
των αρμάτων τα παιδιά…

 (σ.σ.:  Υ.Γ. το Πολυτεχνείο είχε καταληφθεί, αλλά, φάνηκε η αρχή του τέλους τους…)

Δεν υπάρχουν σχόλια: